Ένα άρθρο του Φώτου Πολίτη στην "Πρωία" τον Ιούλιο του 1931
Συμφωνώ ότι ο Καραγκιόζης (σαν σύμβολο πολιτιστικής διαπαιδαγώγησης) θέλει μεγαλύτερη προσοχή, από θεωρήσεις "στο γόνατο".
Ως πρότυπο του Έλληνα, απέχει πολύ από το να αποδόσει κάποιο "υπόβαθρο" αγωγής προς τον Έλληνα.
Αρκετά αυθαίρετα, αν και δεν λείπει η επιχειρηματολογία, ο Καραγκιόζης, αποτυπώνει, μέσω της τουρκικής κοσμοθεώρησης, τον Έλληνα, όπως τον βλέπει ο Τούρκος, ο αφέντης.
Στο "πνεύμα" κάποιας "λαϊκής" κουλτούρας, δεν εδιστάχθει να υπερυψωθεί ως παιδευτικό "εργαλείο" πολύ παραπάνω από αυτό που του αξίζει.
Ίσως, κατά μία έννοια, ο Καραγκιόζης αποτυπώνει πρότυπα, που μας έχουν "κολήσει", ευρωπαίοι "φίλοι" μας. Δηλαδή, πρότυπο κουτοπονηριάς, αρπακολατζίδικης αντιμετώπισης και ραγιαδισμού.
Δυσκολεύομαι, να αποδεχθώ, ότι ο Καραγκιόζης θα είχε απήχηση, χωρίς την "πρόσθεση" ηρωϊκών προσώπων.
Αλλά γενικώτερα, θεωρώ ότι η αποτίμηση του Καραγκιόζη, εμπεριέχεται στην γενικώτερη ανάγκη, κάποια στιγμή, να συζητήσουμε, τι είναι λαϊκή τέχνη, τόσο ως κοινωνική αποτύπωση, αλλά πολύ περισσότερο ως "όχημα" διαπαιδαγώγησης.
Το κείμενο είναι μέρος απο μια επιφυλλίδα του Φώτου Πολίτη, που δημοσιεύτηκε στην "Πρωία" τον Ιούλιο του 1931. Ο συγγραφέας του ήταν διαπρεπής σκηνοθέτης και κριτικός του θεάτρου.
Τρείς, τέσσερις γενιές Νεοελλήνων δε βαρέθηκαν τάχα ν' ακούν τις κουτοπόνηρες κουβέντες του καμπούρη ήρωα;
Το θέατρο άλλωστε του Καραγκιόζη δεν έχει καμιά σπουδαία εξέλιξη. Προσετέθησαν, τα τελευταία ιδίως χρόνια, μερικοί καινούριοι τύποι, αλλά με δυσκολία μεγάλη έγινε η πολτογράφησή τους στην πανένια σκηνή.
Χωρίς το Μορφονιό ή το Νησιώτη μπορεί να παίζει ο Καραγκιόζης, ποτέ όμως χωρίς το Ντερβέναγα, τον μπαρμπα - Γιώργο, το Χατζηαβάτη ή τον Πασά.
Αλλ' όταν τα κυριότερα πρόσωπα παραμένουν τα ίδια, μεγάλη πικοιλία δεν μπορεί να υπάρξει στην πλοκή, στις περιπέτειες και γενικά στην υπόθεση των παιζομένων έργων.
Κι όμως το κοινό του Καραγκιόζη δεν παραπονέθηκε ποτέ γι' αυτο. Θέλει να βλέπει τους ίδιους, μονόπλευρους, σκιώδεις ήρωες να εκφράζουν τα ίδια συναισθήματα, ενω σπάνιοι είναι οι θεατές εκείνοι, που βλέπουν για δεύτερη ή τρίτη φορά στο θέατρο ένα πετυχημένο δράμα ή μια περιπετειώδη φάρσα.
Εσωτερικά, ο Καραγκιόζης μπορούσε, χρόνια τώρα, να είχε υπερνικηθεί απο το ζωντανό θέατρο εξωτερικά, απο τον κινηματογράφο. Κι ωστόσο η νεοελληνική αυτή commedia dell' arte δεν έχει υποστεί σοβαρούς κλονισμούς.
Τούτο πρέπει ν΄αποδοθεί στον καθαρώς λαϊκό χαρακτήρα του θεάτρου αυτού. Όχι σε λαϊκή παράδοση΄ γιατί ο Καραγκιόζης είναι κάπως νεότερος του νεοελληνικού θεάτρου΄οι απαρχές του συμπίπτουν με την Επανάσταση΄μπορούσε λοιπόν εύκολα να τον καταπνίξει το θέατρο, πριν καλοπροφτάσει το ασιατικό αυτό προϊόν να πιάσει κι εδώ ρίζες.
Κι όμως η επικράτηση του Καραγκιόζη ήταν ραγδαία και οριστική. Επαναλαμβάνω, πως τούτο οφείλεται στον καθαρώς λαϊκό του χαρακτήρα. Αλλά η διαπίστωση αυτή δε μας διαφωτίζει αρκετά.
Ο Καραγκιόζης ήρθε απ' την Ασία, σαν λαϊκή θεατρική τέχνη , διαμορφωμένη απο το αλάθευτο ένστιχτο του πλήθους. Εδώ όμως απόχτησε τους λαϊκους τύπους του΄και ξαναβρήκε το ρυθμό του.
Το κάθε πρόσωπο έχει το ύφος του, τη φωνή του, το χαρακτήρα του, την ιδιότυπη κουβέντα του΄άλα αυτά χαραγμένα με αδρές , παχιές γραμμές, χωρίς αστείους ρεαλισμούς. Λείπει βέβαια κάθε πνευματική λεπτότης, ωστόσο ο γενικός ρυθμός έχει αλήθεια μέσα του.
Το κάθε πρόσωπο είναι χοντροκομμένος συνθετικός τύπος, ο Αρβανίτης, ο Τούρκος, ο Εβραίος, ο Νησιώτης, οΖακυθινός, κι ανάμεσα σ' αυτούς, πιο ανεπτυγμένος ο συνθετικός τύπος του πονηρού ραγιά: ο Καραγκιόζης.
Μιμείται και ο καραγκιοζοπαίχτης γλωσσικά ιδιώματα και προφορές΄όμως τα υποτάσσει όλα σ' ένα ρυθμό που τον ακούς καθαρά, τον νιώθεις. Η μισοκομμένη πάντα, γρήγορη φράση του Βελή Γκέκα, που θαρρείς και κατρακυλούν σαν κοτρόνια τα τεχνητά ή αυθόρμητα μονοσύλλαβά του, η παχιά λιπαρή κουβέντα του μπαρμπα - Γιώργου, η οξεία, τενορίστικη φωνλη του Ζακυθινού, συρτή και δυναμωμένη σε κάθε τελική συλλαβή, και τέλος ο "σπηλαιώδης" τόνος του Καραγκιόζη, η αλλόκοτη εκείνη φωνή που αποκαλύπτει βάραθρα πονηριάς, σμίγουν όλα σ' ένα θεατρικό ρυθμό ζωηρότατο.
Ως και τ' αλλεπάλληλα καταχειρίσματα που δέχονται ο σιορ Διονύσιος ή ο Χατζηαβάτης απο τον καμπούρη ήρωα, θαρρείς και τονίζουν κάποιον ανάκουστο σκοπό.
Όλα αυτά είναι στοιχειώδη, χοντροκομμένα, εντελώς πρωτόγονα ακόμη, όμως κλείνουν μέσα τους θεατρική ουσία. Ο λαός έχει πάντα σίγουρο ένστικτο και τότε μονάχα αφήνει τα κέρδη του, όταν η προσωπική τέχνη, βγαίνοντας ολόισια απο λαϊκή πηγή, του χαρίζειαισθητική απόλαυση βαθύτερη.
Σ' εμάς, αυτό δεν έγινε. Και το θέατρό μας, που χίμησε σα φλογερή ρουκέτα προς τα ύψη, έκαμε τη μοιραία καμπύλη του κι έσβησε. Ο Καραγκιόζης όμως μένει. Υφίσταται, σαν πρωτόγονη μορφή θεάτρου, που ικανοποιεί πάντα το λαϊκό του ακροατήριο.
Φώτος Πολίτης
"Πρωία" Ιούλιος του 1931
Δημοσίευσέ το στο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου