Πως θα’ θελα, μανούλα μου, τη μοίρα μου να αδράξω
απ’ τα μαλλιά, και να της πω, με δύναμη να κράξω
όσα κι αν έχεις μυστικά, που ορίζουν το στρατί μου
όσα κι αν έχεις βάσανα, που σκιάζουν τη ζωή μου
Της αγάπης
Δείξε τα όλα, μοίρα μου, για μένα τι έχεις γράψει
μύριες φορές σαν ορφανή, πόσο δεν έχω κλάψει!
Κάτι θα έχεις και για με, ω μοίρα μου, γραμμένη
κάτι καλό και ακριβό, ν’ ανοίγει την καημένη
Μέσα στα σπλάχνα την καρδιά, που όλο ψυχοραγίζει
και ψάχνει, ψάχνει αδιάκοπα, τα φύλλα της γυρίζει
μήπως και κάπου έκρυψες και τη δική μου αγάπη
ω μοίρα μου, βοήθα με, να βρω κι εγώ μια άκρη
Σα να θαρρώ, μανούλα μου, τη μοίρα μου να φέρει
το ταίρι μου, που αγαπώ και έχω υποφέρει
ο κήπος μου τον καρτερά με κρίνους ανθισμένους
με λούλουδα, τριαντάφυλλα και λόφους μυρωμένους
Στρωσίδια του ’χω το κορμί κι όλο τ’ άρωμά μου
και γι’ απανωσκέπασμα, τ’ άπλωσα την καρδιά μου
μη μου κρυώσει, ο καλός, καθώς θα μ’ αγκαλιάζει
και τούτος ο παράδεισος, μαζί μας θα στενάζει
Έλα, καλέ μου κι ακριβέ, που όλο σε καρτεράω
αβάσταχτη η αγάπη μου και άδικα πονάω
έλα να ’γιανεις την καρδιά, που η δόλια σπαρταράει
τραγούδια λέει στον ύπνο της, τραγούδια σαν ξυπνάει…
Η αναμονή της μητέρας
Σάρκα της σάρκας μου μ’ ακούς, πως λαχταρώ για σένα
κι όλες τις νύχτες μοναχή να τραγουδώ για ένα
μεράκι μου και όνειρο το κλάμα σου ν’ ακούσω
και μες στην αγκαλίτσα μου με δάκρυα να σε λούσω.
Ω τι χαρά, αχ! να ’ξερες, μου φέρνεις στη ζωή μου!
Ω τι χαρά με κέρασες, εσύ γλυκό παιδί μου!
Φτερά αγγέλου φύτρωσαν απάνω μου στις πλάτες
μαζί πετάμε ολημερίς, τρέχουμε σαν διαβάτες
Το χάδι του πατέρα σου, πάνω σου ν’ ακουμπήσει
στάλα να αντλήσει τη χαρά, τα χείλη να δροσίσει
όπου του λείπουμε κι οι δυο και τρέμει η ψυχή του
και στις γραφές του μου μιλά, πως γέμισε η ζωή του
Κι εγώ του γράφω, υπομονή, έχε εσύ ακριβέ μου
λίγο καιρό και θα χαρείς μια κόρη, γαλανέ μου
ρούσα, θαρρώ, στα σπλάχνα μου, ακούω τη φωνή της
τα μάτια σου στα μάτια της, δική σου η μορφή της.
Γρήγορα φτάνει ο καιρός και θα σε καρτερούμε
δυο αγκαλιές και δυο καρδιές για σε θα τραγουδούμε
ω τι χαρά, αντρούλη μου, που νιώθω για τους δυο μας
που θα μας δώσει ο ερχομός, του γαλανού μωρού μας…
Αχ! χαρά μου, χαρά
Κόρη μου, ρούσα, γαλανή, αχ να ’ξερες πώς νιώθω!
Και τι χαρά, αστέρι μου, στα στήθια μου που έχω!
Όπως τα πέλαγα που χύνονται στων αμμουδιών αγκάλες
Όπως ο ήλιος που σκορπά τη χρυσαφένια λάμψη
Σαν τη σελήνη που κερνά τ’ ασήμι της σε ουρανό και γη
Ναι! Νιώθω σαν άνεμος π’ αγγίζει των κοριτσιών κορμιά
Σαν τη βροχή που απορροφά την αύρα της η γη
Σαν το αρνάκι που στης μάνας του το στήθος της βυζαίνει
Σαν ρόδο καταπόρφυρο, σαν κρίνος, σαν πουλί
Σαν μέλισσας το βόμβισμα, το μέλι μου να στάζει
Κι όλα μου δίνουνε χαρά, δύναμη και αντοχή
Αχ! χαρά μου, χαρά, κόρη μου, γαλανή
Η γαλατένια ανάσα σου, μύρωμα της ζωής
Και η ματιά σου ουράνια, άστραμμα της ψυχής
Στο χέρι σου θαρρώ τον κόσμο όλο κρατάς
Μοίρες χαράς, μοίρες ζωής, θωρώ στο πρόσωπό σου
Κι εμέ και τον πατέρα σου, σαν φάρος μας φωτίζεις
Να ’ναι απαλό το διάβα σου γιομάτο από αρμονία
Και να σου δώσει τη χαρά, αγάπη, ευτυχία.
Ω συ χαρά μου, κόρη μου, ρούσα μου, τρυφερή
Πολλά τραγούδια θα σου πω μέχρι να μεγαλώσεις
Μύριες ευχές θα λογιστώ, σαν μάνα να τις έχεις
Μόνο αγάπη να κρατάς, πάντα να ’χεις να δώσεις
Θα ’ρθει στιγμή, θα χρειαστεί, σε κάποιο ηλιοβασίλεμα
πα στ’ άσπρα μαλλιά μας σταλιά κι εσύ να δώσεις.
Έλα, γλυκό αγγελούδι μου, να στείλεις την αγάπη
Πα στο χαρτί να κάνουμε το όμορφο χεράκι
Του πατερούλη μοναξιά να διώξουμε λιγάκι
Ω τι χαρά θα νιώσει εκεί, θαρρώ φτερά θα βγάλει
Της ρούσας μας χεράκι θα τρέξει να αρπάξει
Τώρα γλυκά να κοιμηθείς κι εγώ ο άγγελός σου
Μούσες να ’ρθουν στον ύπνο σου για να σε τραγουδήσουν
Στα όνειρά σου τα γλυκά θα ’ρθει κι ο πατερούλης
Κι αντάμα θα ’μαστε κι οι δυο και θα σε νανουρίζω
Αχ! χαρά μου, χαρά…
Η μικρή κόρη
-Αγγελουδάκι μου γλυκό, του παραδείσου κόρη
στολίδι είσαι της καρδιάς και φάρος μες στο σκότος
είσαι ο ανθός της φαμελιάς, ξανθή και γαλανή μας
δύναμη τα γελάκια σου, ελπίδα της ζωής μας
Και τα λογάκια σου σαν λες, φτάνουν σαν μελωδίες
μέσα τα φύλλα της καρδιάς, με μιας μας τα ανοίγεις
την παγωνιά και μοναξιά τη διώχνεις και γεμίζεις
από χαρά εμάς τους δυο, που άφθονα σκορπίζεις
Ω τι χαρά, τι αντοχή, θα πάρει η μανούλα!
Όταν σε δει πως τράνεψες, θα κλαίει σαν παιδούλα
όταν σ’ ακούσει να μιλάς, γλυκά το όνομά της
το γέλιο της θα ξαναρθεί, θα στυλωθεί η καρδιά της
Μέσα απ’ τα ξένα, μάτια μου, κι εσύ πια μεγαλώνεις
και τρίβεσαι με βάσανα, που τώρα δεν τα νιώθεις
όταν ρωτάς κι αναζητάς, η μάνα να σου φέρει
το γάλα και στην αγκαλιά λογάκια να σου λέει.
Σαν το θεριό ο πόνος μου το είναι μου σπαράζει
σαν λείπε η μάνα απ’ το παιδί, όλη η γη χλομιάζει
το ρόλο της πήρα, εγώ για σένα ξενυχτάω
και όλες τις ανάσες σου, τις νύχτες μου μετράω
Στον ύπνο σου πολλές φορές τη μάνα σου φωνάζεις,
πότε γελάς και πότε κλαις και πότε αναστενάζεις
κι άλλοτε τα χεράκια σου ανοίγεις να την πιάσεις
στα όνειρά σου η μάνα σου, είναι πάντα κοντά σου
Ω τι χαρά, τι αντοχή, θα πάρει η μανούλα
ώρες μας μένουν, θησαυρέ, και φτάνει η αυγούλα
εσύ, αυτή κι εγώ πάλι θα ενωθούμε
σε μια αγκαλιά θα σμίξουμε και δεν θα χωριστούμε...
Βάιος Φασούλας
www.fasoulas.de
pelasgos@fasoulas.de
Δημοσίευσέ το στο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου