Δεκεμβριανό-Πρωτοχρονιάτικο Χρονογράφημα, αφιέρωμα για τους 300 του… Λεωνίδα!
Γράφει ο Πολίτης Βάιος Φασούλας
Τέλος του μήνα Δεκέμβρη του 2009. Μήνας των απολογισμών και των προγραμματισμών. Μήνας των ψευτών, των ληστών και λοιπόν απατεώνων που άλλα έχουν καταβροχθίσει, άλλα έχουν πουλήσει, άλλα έχουν δεσμεύει και μέσω του κρατικού προϋπολογισμού ζητούν ακόμα μια φορά την υπερψήφισή του, προκειμένου να θερίσει(ήδη θερίζει)«σοσιαλιστικά» ετούτη τη φορά, τους Πολίτες. Ασφαλώς αναφερόμαστε στον ελληνικό προϋπολογισμό, μοναδικός ή πρωτόγνωρος ως προς τα «μαχαιρώματα» που κάνει και αυτές τις μέρες συζητιέται στη βουλή από τους «τροβαδούρους» βερμπαλιστές βολευτές, τυφλά όργανα της ντόπιας ελίτ, που σε συνεργασία με τη διεθνή ελίτ, τα ποταπά ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ (Μέσα Μαζικού Εκφυλισμού), τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα - φονικά όπλα που αφοπλίζουν τη νοημοσύνη του λαού μετατρέποντάς τον άλλοτε σε τυφλό (υπάκουω) όργανό του, άλλοτε σε δούλο και ζητιάνο και αφού αναλόγως χρησιμοποιηθούν τα βαλάντιά τους, τους περιθωριοποιούν με τους πιο ανάλγητους τρόπους και συμπεριφορές. Αυτά για το τέλος του Δεκέμβρη του 2009 που τόσο η ευρωπαϊκή ελίτ όσο και η πασοκική έχουν επιδοθεί στην οικονομική αφαίμαξη και στο από κάθε άποψη ξεβράκωμά μας. Βέβαιο είναι πως η συνάντηση των χρόνων, παλιού και νέου ή αλλαγή φρουράς αν θέλετε, δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από την αλλαγή των κομμάτων εξουσίας, μόνο που ο χρόνος 2010 θα είναι πιο οδυνηρός χρόνος και όχι μόνο οικονομικά αλλά και εθνικά με ό, τι συνεπάγεται. Δανειστήκαμε τον τίτλο του τραγουδιού… «όλα είναι ένα ψέμα…» για να επισημάνουμε όχι μόνο τα υποχειρίδια της Παγκόσμιας ελίτ αλλά και όλα που κρύβονται πίσω από το ψέμα. Τέλος τυχόν ενόχληση κάποιου τωρινού «σπαρτιάτη» του ελληνικού κοινοβουλίου (υπάρχουν κάποιες, ελάχιστες εξαιρέσεις) θα σημαίνει ενοχή. Ας μας πει κάποιος ότι το ψέμα είμαστε εμείς… Λοιπόν!
Και πάλι έρχεται μια χρονιά. Και πάλι θα πούμε καλώς να 'ρθει! Μόνο που δεν είναι σαν παλιά. Δεν μπορεί να είναι κι ούτε μπορεί κανείς να στηρίξει το αντίθετο. Θα ’ναι εκτός τόπου και χρόνου. Όσο κι αν ψάξουμε να βρούμε λίγες σταγόνες θέρμης και χαράς για να παρηγορηθούμε, θα βρούμε μόνο απαισιοδοξία και πίκρα. Δείτε, πέρα απ' τον βαθύ του ορίζοντα φτάνει ολοταχώς και ανυπόμονος, ξένος και αδιάφορος, άπονος και κρύος για τις προσδοκίες των ανθρώπων, που όταν τον δουν, θα τρέξουν να τον προϋπαντήσουν για να γιορτάσουν μαζί το γκρέμισμα του παλιού κατωφλιού και το στήσιμο του καινούριου. Και θα λένε ευχές γιομάτες αβροσύνη, ανθρωπισμό κι αγάπη για το χρόνο που φεύγει και γι' αυτόν που τώρα φτάνει. Με τη χαρά, τη λατρεία και την ελπίδα ζωγραφισμένη σαν από μάγο ζωγράφο πάνω στα χαρακωμένα πρόσωπά τους, να μείνει μια πόρτα ανοιχτή. Μια πόρτα ανοιχτή που να περνά φως για να βλέπει τον κόσμο. Να δρασκελίσουν το σάπιο κατώφλι κι αν ακόμα νιώσουν την παγερόχνωτη ανάπνα του, να ευχηθούν από καρδιάς το καλωσόρισμα του. Κι εκείνος δε θα σταθεί αδιάφορος! Θα βρεθεί ανάμεσα στους φυσικούς και απαραβίαστους κανόνες της φύσης και σε κείνους τους νόμους των ανθρώπων. Θα αφουγκραστεί τα πάντα γύρω του. Θα ακούσει τα μεγάλα μηνύματα που πολλοί θα πούνε γι' αυτόν και για το μέλλον, θα χορτάσει από μεγάλα «θα», θα χαραχτεί ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη του, θα οσφρανθεί σαν λαγωνικό που κυνηγά τάρανδους, ενώ πίσω του θα σβήνει σαν μολυβιά απ' το μαυροπίνακα της ζωής, ο Δύο Χιλιάδες Εννιά.
Θα σκεφτεί λίγες στιγμές αν και πόσο πρέπει να σταθεί γενναιόδωρος και θ' αρχίσει αμέσως να γράφει στα κατάστιχά του, ό, τι ο προηγούμενος δεν πρόλαβε ή δεν είδε, βάζοντας τη δικιά του σφραγίδα. Μια σφραγίδα με αμέτρητα γράμματα και βουτηγμένη στο μελάνι μιας πλατιάς λαοθάλασσας, μιας συνηθισμένης ματαιοπονίας. Προσαρμόστηκε πλέον κι αυτός και εξοικειώθηκε στις ανθρώπινες αδυναμίες. Σκέψου. Κι ακόμα δεν ήρθε. Κι όλο κοιτά γύρω του σαν φοβισμένος και αναποφάσιστος.
Σαν ένα θεόρατο δέντρο στέκεται καταμεσής σ’ ένα μεγάλο αλώνι και σαν πουλιά τρομαγμένοι μαζεύονται πάνω του οι άνθρωποι καρτερώντας την Άνοιξη. Και όλο κοιτά γύρω του. Και αυτά όλο κράζουν. Βαρύς ο μανδύας που φορά, ψυχρός, άσπονδος και σκληρός σαν ατσάλι. Και τα πουλιά πάνω στα γυμνά κλαριά του, κρυώνουν, πεινάν, τον ικετεύουν. Πηγή ελπίδας, φωνάζουν. Να φέρει την ελπίδα, αυτή που οι άνθρωποι έδιωξαν. Και να δείχνουν τη γύμνια τους όμοια με κείνη των γυμνών κλαριών του. Για να τον κάνουν να τρομάξει και ν' αρχίσει αμέσως τα δικά του τινάγματα. Κι όπως ο άνεμος γδέρνετε πάνω του, αρχίζει τα δικά του τροπάρια, μπερδεμένα με κείνα του ανέμου και των ανθρώπων. Μέχρι που «πλακώνει» κάτω απ' την επιθυμία την ανθρώπινη και σιωπά, για να χαθεί αμέσως αυτό το μεγάλο δέντρο της ελπίδας και να μείνουν τα πουλιά χωρίς κλαρί να κατιάσουν. Και είναι πολλά. Κι όλο τρέχουν, τρέχουν προσπαθώντας να αποφύγουν τους αλλεπάλληλους κεραυνούς που πέφτουν. Κεραυνοί αλλιώτικοι που έρχονται απ' όλες τις μεριές. Και το σκοτάδι, το ανθρώπινο σκοτάδι χαίρεται και ζει στην επικράτειά του. Και επικρατεί κατά «μαγική» εντολή. Αυτή που ζει στη ζούγκλα τούτης της ύπαρξης που δεν μοιάζει τίποτε άλλο παρά σαν ένας τάφος πλατύς και σαν μια κόλαση αδιαπέραστη.
Ωστόσο, καλώς να έρθεις νέε χρόνε. Τα ζάρια θ' αρχίσουν να κυλούν στις λέσχες και στα καζίνα των πλουσίων, στα τραπέζια των καφενείων, στα σπίτια των φτωχών και σε χωριά αποκομμένα απ' την υπόλοιπη ύπαρξη, διαγράφοντας κάθε φορά εκείνο το παράξενο και κρύο χαμόγελο της ειρωνείας. Στα τραπέζια με την παχιά τσόχα στρωμένα, θα παίξουν ζάρια και χαρτιά κυράδες, αρχοντάδες και γαλονάδες και πίνοντας σαμπάνιες θα χαράζουν τα δικά τους πραγματοποιήσιμα όνειρα και ο περιβόητος πάνω τους μανδύας, καλυμμένος από καραγκιοζλίκια και μπογιές, αδιάφορος και ψυχρός θα ανεμίζει για τα πάντα που γύρα τους τρέχουν, ενώ ο απόηχος μιας παράξενης μελωδίας που θα παίζεται στα σαλόνια και θα παίζεται για τον έξω κόσμο, θα συνοδεύεται από τις θεές της εγκατάλειψης, της ειρωνείας και της κοροϊδίας.
Μες στους ξερούς κρότους των ζαριών, θα χύνεται ακατάπαυστα η αντιπαράθεση της αδικίας, της απογοήτευσης και της πίκρας και θα συγκρούεται με κείνη του δικαίου, της προσδοκίας και της ελπίδας. Το παραδοσιακό παιχνίδι των απλών ανθρώπων θα αντιπαλεύεται μ’ εκείνο της αισχροκερδείας. Και ακατάπαυστα θα ακούγονται μεγάλες κουβέντες που θα διαγράφουν τον ανεξίτηλο ερχομό των ευχών, ευχών που πάλλονται μέσα στις συμπληγάδες της ανθρώπινης ρητορείας και της ψεύτικης φιλοσοφίας. Και ο τόπος να πονά βαριά και να αγκομαχά.
Κι ο κόσμος, νέε χρόνε, χρόνια τώρα έχει βγάλει κάλους ακόμα και στ' αυτιά του ν’ ακούει κάθε φορά απατηλές μελωδίες από στόματα που...αγαπούν τους ανθρώπους ετούτου του τόπου. Μα, να κι αυτή τη φορά, όσο και αν η απαισιοδοξία είναι μεγάλη, δεν χάνεται η ελπίδα, ακόμα και αν αυτή ζει μια μέρα. Όσο και αν η αβεβαιότητα παίρνει διαστάσεις, η πίστη μεγαλώνει. Κι ακόμα, μέσα απ' τη ματαιοπονία την ανθρώπινη που συνοδεύεται κάθε φορά με διαφορετικά μπάσα μουσικής, σπουδάζεται η αλήθεια. Μέσα από στριγκλιές φωνές, που οι πιο πολλές θυμίζουν να επαναλαμβάνεται μια «βιβλική» ιστορία, ακούγονται ασταμάτητα οι ευχές, ζητώντας επιβίωση μέσα απ' το χάος της ανθρώπινης ματαιότητας. Για να γυρίσουν και πάλι στην ώρα μηδέν που χτυπάει μεσάνυχτα, να αφουγκραστούν το βαρύγδουπο ποδάρι και να πουν:
Εμείς χρόνε πάλι θα σε καλοδεχτούμε. Θα δώσουμε ευχές κι ας μην ακουστούν. Και θα απευθυνθούμε σε κατασκευασμένες από ύλη «ανθρώπινες» φιγούρες και θα πούμε: Εσύ που είσαι ισχυρός εκτέλεσε σωστά. Κι εσύ ο άλλος που λες πως είσαι σοφός, γέμισε τη σοφία σου με λίγη παλιά μαγιά. Έλα κι εσύ που είσαι κακός, δούλος και κούρος και οραματίζεσαι τα Σόδομα και Γόμορρα. Περάσανε αυτά και κάτσε φρόνιμα. Για όλους αυτούς που δεν φαίνονται κι είναι σκεπασμένοι απ’ το ύφασμα της διαφθοράς και για κείνους που φαίνονται και αγωνίζονται για την ύπαρξη του Πλανήτη και της δικής μας, ακόμα υπάρχει χώρος στο μεγάλο αλώνι που ανοίγει μπροστά μας κι αυτή τη φορά. Αυτό το αλώνι που είναι γιομάτο πληγές μπορεί να γιατρευτεί. Κι εμείς θα έχουμε τη συνείδηση και καθαρή και ήσυχη όταν η «βασιλόπιτα» κοπεί σωστά.
Εύχομαι, σε όλους Καλή Χρονιά!
Ε.Ε. Ελλάδα, Τρίκαλα, Δεκέμβρης 23 2009 pelasgos@fasoulas.de http://www.fasoulas.de
Δημοσίευσέ το στο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου