Σάββατο 2 Απριλίου 2011

H κ.Σούλα Μερεντίτη για το Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων

H κ. Μερεντίτη δεν σταματά ποτέ να αξιοποιεί κάθε αφορμή για να υποστηρίξει τα δίκαια του αγροτικού κόσμου και να προστατεύσει τα δικαιώματα τους.Ο λόγος αυτή τη φορά για το Εμπορικό Μητρώο Αγροτικών Προϊόντων που συζητήθηκε στην ολομέλεια της Βουλής την περασμένη εβδομάδα.





Συγκεκριμένα, η Τρικαλινή Βουλευτής, αφού ζήτησε να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για να θωρακιστεί η ελληνική αγροτιά απέναντι στην αυθαιρεσία των καρτέλ και την αισχροκέρδεια , επεσήμανε ότι ευθύνες για την δεινή κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η ύπαιθρος,  φέρει τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και οι ίδιοι οι αγρότες , αφού η υπερβολική εξάρτηση από τις επιδοτήσεις  τις τελευταίες δεκαετίες είχε ως συνέπεια να βρίσκεται σήμερα χωρίς όπλα για το μέλλον.

Τόνισε δε, ότι χρέος της πολιτείας είναι να μεριμνήσει εδώ και τώρα, ώστε να στηριχθούν οι αγρότες με εκπαίδευση και συμβουλές , προκειμένου να κάνουν όλες εκείνες τις αναγκαίες αλλαγές που θα τους καταστήσουν και πάλι παραγωγικούς και  ανταγωνιστικούς .

Τέλος , ανέλυσε τις ενστάσεις της ως προς το άρθρο  3  του νομοσχεδίου   το οποίο και τελικώς μεταβλήθηκε επί τα βελτίω, χάρη στην παρέμβαση της . Σύμφωνα με την αρχική διατύπωση  «..οι επαγγελματίες αγρότες, οι οποίοι εγγράφονται στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, δεν υποχρεούνται να εγγραφούν και στο Μητρώο του παρόντος νόμου, ενώ οι διενεργούμενες από αυτούς εμπορικές πράξεις δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος.»

Σε μία αναστροφή του λόγου της, η Σούλα Μερεντίτη ρώτησε την αρμόδια υφυπουργό Μιλένα Αποστολάκη : «Δηλαδή, κυρία Υπουργέ, κάποιος «με ανήθικες προθέσεις και σκοπούς»,  μπορεί να κρυφτεί πίσω από ένα αγρότη που είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο και για το ό,τι θα συμβεί δεν θα έχει και ποινικές ευθύνες; Προσέξτε το σας παρακαλώ γιατί νομίζω ότι θα είναι η κερκόπορτα από όπου μπορεί στο μέλλον να επιτρέψουμε να γίνουν πάρα πολλά.

Αντιδρώντας άμεσα στην παρατήρηση της κας Μερεντίτη,ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστας Σκανδαλίδης, έσπευσε  να συμπληρώσει το άρθρο αποκαθιστώντας το δίκαιο,  το οποίο πλέον έχει διατυπωθεί ως ακολούθως: «Επαγγελματίες αγρότες οι οποίοι έχουν εγγραφεί στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3874/2010, δεν υποχρεούνται να εγγραφούν και στο Μητρώο του παρόντος νόμου, ενώ οι διενεργούμενες απ’ αυτούς εμπορικές πράξεις δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος για τα προϊόντα τα οποία παράγουν οι ίδιοι».


ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΤΗΣ Κας ΜΕΡΕΝΤΙΤΗ:

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, είναι αυτονόητο ότι είναι ανάγκη το κράτος, η οργανωμένη πολιτεία, να προστατεύει τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους, οι οποίοι είναι έρμαια της αυθαιρεσίας των καρτέλ, αλλά –και θέλω εδώ να το πω ευθαρσώς- είναι έρμαια και του κακού τους εαυτού. Είναι αυτονόητο ότι όσο προχωράμε προς τη νέα ΚΑΠ, που βρίσκεται προ των πυλών, πρέπει για τη δυσπραγία αυτή, στην οποία βρίσκεται η χώρα μας και η οποία επηρεάζει δυσμενώς το αγροτικό εισόδημα, να πάρουμε μέτρα, πρωτοβουλίες, με συνέπεια και ολοκληρωμένα. Το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε και θα έπρεπε να επιτρέπουμε να συμβεί τώρα είναι να έχουμε ένα νέο κύμα αστυφιλίας από άνεργους και νεόπτωχους αγρότες, που θα ερχόντουσαν να προστεθούν στους άνεργους και νεόπτωχους των μεγάλων πόλεων. Το αντίθετο πρέπει να μας απασχολεί. Δηλαδή, πώς όχι μόνο θα κρατήσουμε τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους στα χωράφια, αλλά να κατορθώσουμε να δημιουργήσουμε τέτοιες συνθήκες που θα καταστήσουν την ύπαιθρο ελκυστική ως χώρο άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας και για τους πολίτες των πόλεων, ει δυνατόν ενόψει της αυξανόμενης ανεργίας.
Έχουμε πάρα πολύ δρόμο για όλα αυτά, ιδίως μετά την εξαετή διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η οποία απέτυχε και αδιαφόρησε να προετοιμάσει τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους για τις συνθήκες που δημιουργεί η νέα ΚΑΠ και τους παρέδωσε τελείως απροστάτευτους στα καρτέλ, με ότι αυτό συνεπάγεται. Όλα αυτά καθιστούν επιτακτική την ανάγκη να κερδηθεί ο χαμένος χρόνος και να γίνουν μέσα σε ελάχιστο χρόνο όλα αυτά που έπρεπε να γίνουν, για να βάλουμε τα θεμέλια για το μέλλον.
Ακόμα και ο πιο κακόπιστος οφείλει να παραδεχθεί ότι τελευταία η Κυβέρνησή μας κάνει αρκετά πράγματα: το Μητρώο Αγροτών, το νομοσχέδιο για τον ΕΛΓΑ και τώρα αυτό το νομοσχέδιο, με το οποίο προσπαθούμε να βάλουμε μία οργάνωση στην αγορά αγροτικών προϊόντων, για να προστατεύσουμε το εισόδημα των αγροτών, αλλά και να θωρακίσουμε την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών. Γιατί ξέρουμε πολύ καλά τι γίνεται με τους μεσάζοντες και τις τιμές. Ξέρουμε πόσο πληρώνεται ο παραγωγός και πόσο καταλήγει το προϊόν στο ράφι.
Η αλήθεια είναι ότι στην αγορά των αγροτικών προϊόντων και των αγροτικών εφοδίων υπάρχει αισχροκέρδεια, κερδοσκοπία και γίνεται κατάφορη παραβίαση των κανόνων του υγιούς επιχειρείν. Ο αγρότης δικαιούται να πωλεί τα προϊόντα του με ένα λογικό όφελος, δικαιούται να προμηθεύεται τις πρώτες του ύλες και τα λοιπά εφόδια που χρειάζεται για τη δουλειά του σε λογικές τιμές, ο έμπορος δικαιούται να αποκομίζει ένα λογικό κέρδος και όχι να αυθαιρετεί ασύδοτα και τέλος, ο καταναλωτής δικαιούται να προμηθεύεται τα αγροτικά προϊόντα υψηλής ποιότητας και διατροφικής αξίας στις καλύτερες δυνατές τιμές. Αυτή είναι η δική μας φροντίδα και μέριμνα. Και αυτό το νομοσχέδιο σε αυτή την προσπάθεια εντάσσεται. Βεβαίως, δεν είναι πανάκεια. Κανένας νόμος δεν λύνει και δεν μπορεί να θέσει τέρμα σε στρεβλώσεις δεκαετιών. Βάζει, όμως, κάποιους κανόνες, κάποια προστασία στον αγροτικό κόσμο -είναι μια ανάσα για τον αγρότη- θέτει κάποια κριτήρια για το ποιος μπορεί να γίνει έμπορος με κάποια περιουσιακά στοιχεία.
Μέχρι σήμερα όποιος είχε πρόσβαση στην αγροτική αγορά αυτοβαφτιζόταν έμπορος αγροτικών προϊόντων και λειτουργούσε όπως ήθελε. Πρέπει να τελειώσει το πάρτι. Για να εμφανίζεται κάποιος και να ισχυρίζεται ότι είναι έμπορος αγροτικών προϊόντων πρέπει να πληροί κάποια κριτήρια.
Είπα στην αρχή της τοποθέτησής μου ότι έχουμε να παλέψουμε –οι αγρότες κι εμείς- με τον κακό εαυτό των αγροτών, για τον οποίο ευθυνόμαστε –και το λέω ευθέως- όλοι εμείς, αλλά και εκείνοι. Και εξηγώ:
Από τότε που η χώρα άρχισε να βασίζεται στις κοινοτικές επιδοτήσεις, κανείς μας δεν ασχολήθηκε σοβαρά με το μέλλον της ελληνικής αγροτικής παραγωγής: ούτε οι αγρότες ούτε οι κυβερνήσεις. Διαπληκτιζόμασταν και εξαντλούσαμε τις προσπάθειές μας στο να μοιράσουμε τις επιδοτήσεις, κάτω ή πάνω από το τραπέζι, σωστά ή λάθος, πάντως επιδοτήσεις. Παραγωγή με ένα πρόγραμμα και με ένα σχέδιο ολοκληρωμένο δεν υπήρχε. Όλοι προσπαθούσαν, λοιπόν και για την επόμενη περίοδο να εξασφαλίσουν τις επιδοτήσεις. Και σήμερα ο αγρότης δεν έχει καμία συγκεκριμένη κατεύθυνση για το τι πρέπει να κάνει για να έχει δουλειά αύριο.
Σε αυτό το πρόβλημα πρέπει να απαντήσει η Κυβέρνησή μας, κυρία Υπουργέ. Και πρέπει να πάρει πρωτοβουλίες, για να βάλουμε μία τάξη στο αγροτικό επιχειρείν.
Τα ζητήματα της λειτουργίας της αγροτικής αγοράς, ο καθορισμός όρων και κανόνων, είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για το μέλλον του πρωτογενούς τομέα. Κι εκεί βασιζόμαστε, αν θέλουμε να έχουμε ελπίδα για την Ελλάδα και για το μέλλον των παιδιών μας. Δεν μπορούμε να συζητάμε σήμερα ζητήματα της αγοράς, χωρίς να ορίζουμε ποιοι νομιμοποιούνται να είναι έμποροι αγροτικών διατροφικών προϊόντων, εισροών και εφοδίων. Και αυτοί δεν είναι μόνο όσοι επεξεργάζονται ή εμπορεύονται, αλλά και εκείνοι, οι οποίοι μεσολαβούν σε όλο αυτό το σύστημα. Αυτό το προσδιορίζει το νομοσχέδιο με απόλυτη σαφήνεια. Και δεν αρκείται μόνο σε αυτό. Προσδιορίζει και τις συνέπειες που θα έχουν όσοι παραβαίνουν τους κανόνες και εμμένουν στο να αυθαιρετούν. Αν δεν εξοφλήσει κάποιος τις υποχρεώσεις του εντός των προθεσμιών, έχει συγκεκριμένες συνέπειες. Επίσης, λαμβάνεται μέριμνα και για τους καθ’ έξιν παραβάτες, η οποία φτάνει μέχρι στο να διαγραφούν από το Μητρώο.
Εδώ, κυρία Υπουργέ, επιτρέψτε μου να κάνω μία παρατήρηση ως προς τις τροποποιήσεις που μας δώσατε.
Στο άρθρο 3 έχω μία ένσταση και σας παρακαλώ να το εξετάσετε μέχρι αύριο που θα ψηφίσουμε τα άρθρα. Λέτε ότι οι επαγγελματίες αγρότες, οι οποίοι εγγράφονται στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων, δεν υποχρεούνται να εγγραφούν και στο Μητρώο του παρόντος νόμου, ενώ οι διενεργούμενες από αυτούς εμπορικές πράξεις δεν υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος.

Δηλαδή, κυρία Υπουργέ, κάποιος «με ανήθικες προθέσεις και σκοπούς» μπορεί να κρυφτεί πίσω από ένα αγρότη που είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο και για το ό,τι θα συμβεί δεν θα έχει και ποινικές ευθύνες; Προσέξτε το σας παρακαλώ γιατί νομίζω ότι θα είναι η κερκόπορτα από όπου μπορεί στο μέλλον να επιτρέψουμε να γίνουν πάρα πολλά.
Τέλος, κυρία Υπουργέ, χαιρετίζοντας το σημερινό νομοσχέδιο θέλω να σας καλέσω να δείτε και το νομοσχέδιο που μιλάει για την εξυγίανση και την αναμόρφωση του αγροτικού συνδικαλιστικού κινήματος και το συνεταιρισμό μας. Μιας και έχετε τέτοιο σκοπό, να το φέρετε αυτό το νομοσχέδιο.
Η υπόθεση των συνεταιρισμών και το πώς έχει καταντήσει, μας πληγώνει όλους και αν υπάρχει κανείς που δεν τον πληγώνει, αναρωτιέμαι γιατί και τι είδους πανοπλία έχει φορέσει. Μας πληγώνει γιατί οι οργανώσεις αυτές αντί να είναι κέντρα εκπαίδευσης, καινοτομίας, πληροφόρησης, επιμόρφωσης, γενικώς ενίσχυση των αγροτών μας, αντί να είναι σύμμαχοι και συμπαραστάτες τους, έχουν εκτραπεί, έχουν μεταλλαχθεί, έχουν εξελιχθεί σε φυτώρια αμετροέπειας, εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων και διαφθοράς. Και το λέω με απόλυτη επίγνωση των λόγων μου, κυρία Υπουργέ.
Θα σας παρακαλούσα επίσης, να το λάβετε πολύ σοβαρά υπ' όψιν σας. Η κατάσταση δεν επιτρέπεται και δεν μπορεί να συνεχιστεί γιατί ήδη έχει ξεπεράσει τα όρια και ήδη πιθανόν η διόρθωση και η θεραπεία των προβλημάτων, να μην υπάρχει. Γι’ αυτό σας παρακαλώ πολύ να εξαντλήσετε την αυστηρότητά σας –στο Υπουργείο εννοώ- να φέρετε για συζήτηση και ψήφιση το νόμο αυτό που χρειαζόμαστε και θα βάζει τέλος σε αυτά τα φαινόμενα, θα θέτει τα θεμέλια μιας νέας σύγχρονης συνεταιριστικής δομής για την οργάνωση του αγροτικού χώρου, για την οργάνωση της πώλησης των αγροτικών προϊόντων, για την οργάνωση του εισοδήματος των αγροτών, για να ξέρει ο αγρότης τι πουλάει και πού το διαθέτει κυρίως, για να ξέρει ο αγρότης και να μπορεί να διαπραγματεύεται τα προϊόντα του, να διεκδικεί και να έχει τις τιμές που του αξίζουν, αλλά να ξέρει και ο καταναλωτής τι παίρνει, από πού προέρχεται και ποιος το παρήγαγε.

(ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΣΟΥΛΑΣ ΜΕΡΕΝΤΙΤΗ)



Δημοσίευσέ το στο:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου